Μιθραίο
Τα Μιθραία ήταν οι χώροι όπου συγκεντρώνονταν οι οπαδοί του ινδοϊρανικής καταγωγής θεού Μίθρα, της κύριας θεότητας μιας μυστικιστικής λατρείας που άνθησε τον 2ο και 3ο αι. μ.Χ. στη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία. Η λατρεία του Μίθρα βρήκε πολυάριθμους και πιστούς οπαδούς στους στρατιώτες των ρωμαϊκών λεγεώνων που τη διέδωσαν σε όλη την Ευρώπη καθώς μετακινούνταν κατά τη διάρκεια των πολέμων.
Στο Ιερό της Ελευσίνας, ως Μιθραίο ερμηνεύτηκε από τον ανασκαφέα Κ. Κουρουνιώτη, το κτήριο ρωμαϊκών χρόνων που είχε κτισθεί σε επαφή με τον πολυγωνικό περίβολο της Ιεράς Οικίας, στο νότιο άκρο του ανατολικού σκέλους του περιβόλου, λόγω του ιδιόμορφου εσωτερικού του, το οποίο παραπέμπει στην τυπολογία των χώρων λατρείας του Μίθρα.
Αποτελείται από ένα ορθογώνιο δωμάτιο με δύο μεγάλα επιμήκη κτιστά βάθρα στις μακρές πλευρές, στα οποία οδηγούσαν μικρές κλίμακες. Σε αυτά κάθονταν ή ξάπλωναν οι λατρευτές. Σε άλλο κτιστό βάθρο, στο βάθος του δωματίου, ήταν πιθανότατα τοποθετημένο το άγαλμα του θεού.
Στην είσοδο του Μιθραίου, στην ανατολική πλευρά, υψωνόταν μαρμάρινο πρόπυλο των κλασικών χρόνων σε δεύτερη χρήση. Το δωρικό αυτό πρόπυλο με δύο κίονες «εν παραστάσι» στην πρόσοψη, ταυτίζεται με το μνημειώδες πρόπυλο που κοσμούσε ήδη από τον 5ο αι. π.Χ. τον Πεισιστράτειο Βόρειο Πυλώνα, ο οποίος κατεδαφίστηκε στα μέσα του 1ου αι. π.Χ. Το πρόπυλο φυλάχτηκε σε ασφαλές μέρος και επαναχρησιμοποιήθηκε στο Μιθραίο, πιθανότατα, στα χρόνια του Αυγούστου (τέλη 1ου αι. π.Χ. - αρχές 1ου αι. μ.Χ.).
Στους ρωμαϊκούς χρόνους, η επίσημη θρησκεία παρουσιάζει σταδιακή εξέλιξη, αποτέλεσμα των επιρροών που δέχτηκε μετά από την κατάκτηση άλλων λαών με διαφορετικούς πολιτισμούς και θρησκείες, οι οποίες διαδίδονταν εύκολα. Στην Ελευσίνα, μάλιστα, ο τελευταίος Ιεροφάντης από τις Θεσπιές είχε τον βαθμό του Πατρός στα Μιθραϊκά Μυστήρια.
6000