Τελεστήριο
Στην απόληξη της Πομπικής Οδού, στα νότια, βρίσκεται η βορειοανατολική είσοδος του Τελεστηρίου. Πρόκειται για το σημαντικότερο κτήριο του Ιερού, καθώς αποτελούσε τον χώρο όπου γίνονταν οι λατρευτικές τελετές των Ελευσινίων Μυστηρίων. Τα αρχαιότερα λείψανα που αποκαλύφθηκαν κατά τις ανασκαφές στον χώρο χρονολογούνται στη Μυκηναϊκή εποχή και ανήκουν σε ένα ορθογώνιο μεγαρόσχημο οικοδόμημα, γνωστό ως «Μέγαρο Β», με δύο κίονες κατά μήκος του κύριου άξονα και προστώο με κλίμακες στην πρόσοψη. Στην ίδια θέση, στις αρχές του 6ου αιώνα π.Χ., κτίστηκε το Σολώνειο Τελεστήριο που περιλάμβανε έναν ορθογώνιο σηκό με πολυγωνικό σύστημα τοιχοδομίας.
Η εξάπλωση της φήμης του Ιερού και η συνεχής αύξηση του πλήθους των πιστών κατά το δεύτερο μισό του 6ου αιώνα π.Χ., έκαναν αναγκαία την ανέγερση νέου οικοδομήματος, πάντα στην ίδια θέση, λόγω της ιερότητας του χώρου, τον οποίο, σύμφωνα με το μύθο, είχε υποδείξει η θεά Δήμητρα. Το κτήριο αυτό, γνωστό ως Πεισιστράτειο Τελεστήριο, είχε μεγάλες διαστάσεις και επιμελημένη διακόσμηση, χαρακτηριστικά που διατηρεί στους κλασικούς και τους ρωμαϊκούς χρόνους. Ήταν μια σχεδόν τετράγωνη αίθουσα (25,30x27,10 μ. περίπου), με τρεις εισόδους στην ανατολική πλευρά, μπροστά από τις οποίες υπήρχε δωρικό προστώο με 10 κίονες στην πρόσοψη και δύο στις στενές πλευρές. Κατά μήκος της βόρειας, της νότιας και της δυτικής πλευράς υπήρχαν βαθμιδωτές εξέδρες, από επτά βαθμίδες η κάθε μία. Από εκεί οι μύστες παρακολουθούσαν τα δρώμενα. Στη νοτιοδυτική γωνία της αίθουσας βρισκόταν το Ανάκτορο, ένας μικρός ορθογώνιος χώρος, στον οποίο φυλάσσονταν τα ιερά αντικείμενα της λατρείας. Η είσοδος σε αυτό επιτρεπόταν μόνο στον ανώτατο ιερέα, τον Ιεροφάντη, ο οποίος, τη νύχτα των Μυστηρίων, έβγαζε από εκεί τα ιερά και τα φανέρωνε στους μυημένους.
Τα αρχιτεκτονικά κατάλοιπα που σήμερα είναι ορατά στον χώρο, σχετίζονται κυρίως με το Τελεστήριο των κλασικών χρόνων, τη Φιλώνειο Στοά (4ος αι. π.Χ.) και τις ρωμαϊκές μετασκευές (2ος αι. μ.Χ.). Το κλασικό Τελεστήριο ήταν μια σχεδόν τετράγωνη αίθουσα, όπως και το προγενέστερο Πεισιστράτειο, με μεγαλύτερες διαστάσεις (51,20x51,55 μ. περίπου) και δύο εισόδους στην ανατολική, τη βόρεια και τη νότια πλευρά. Στην ανατολική πλευρά είχε δωρική πρόσταση με 12 κίονες στην πρόσοψη και δύο στις στενές πλευρές. Εξέδρες από οκτώ βαθμίδες, λαξευμένες στον βράχο όπου αυτός υπήρχε ή τεχνητά κατασκευασμένες με λιθοπλίνθους ήταν διαμορφωμένες κατά μήκος της κάθε πλευράς. Υπολογίζεται ότι υπήρχε χώρος για περίπου 5.000 όρθιους θεατές. Τη στέγη του κτηρίου στήριζαν 42 κίονες (έξι σειρές από επτά κίονες η κάθε μία). Επάνω σε αυτούς στηριζόταν μια δεύτερη σειρά κιόνων που έφθαναν έως την οροφή. Στο κέντρο της στέγης υπήρχε το «οπαίον», ένα είδος υπερυψωμένου φεγγίτη απ’ όπου έμπαινε το φως στο εσωτερικό του κτηρίου. Στο κέντρο περίπου της αίθουσας υπήρχε το Ανάκτορο. Ο θρόνος του Ιεροφάντη βρισκόταν έξω από την είσοδο του Ανακτόρου.
Το Τελεστήριο των κλασικών χρόνων σχεδίασε ο αρχιτέκτονας Ικτίνος. Το σχέδιό του, λόγω κατασκευαστικών δυσκολιών αλλά και του θανάτου του Περικλή, φαίνεται πως δεν προχώρησε πολύ. Στη συνέχεια η μελέτη κατασκευής ανατέθηκε διαδοχικά και μέχρι την ολοκλήρωση του έργου σε τρεις αρχιτέκτονες, τον Κόροιβο, τον Μεταγένη και τον Ξενοκλή.
Στα τέλη του 4ου αιώνα π.Χ. στην ανατολική πρόσοψη του Τελεστηρίου προστέθηκε η Φιλώνειος στοά, τον σχεδιασμό της οποίας ανέλαβε ο Ελευσίνιος αρχιτέκτονας Φίλωνας. Η στοά θεμελιώθηκε επάνω σε ισχυρό στερεοβάτη και το δάπεδό της επιστρώθηκε με πλάκες από ελευσινιακό ασβεστόλιθο. Ήταν δωρικού ρυθμού με δώδεκα κίονες στην πρόσοψη και δύο στις στενές πλευρές, από τους οποίους σώζονται μόνο τμήματα των κατώτερων σπονδύλων. Οι κίονες, καθώς και η ανωδομή, κατασκευάστηκαν από πεντελικό μάρμαρο.
Το 170 μ.Χ., το Τελεστήριο πυρπολήθηκε από τους Κοστοβώκους, επιδρομείς βόρειας καταγωγής. Στην ανακατασκευή του, στα χρόνια του αυτοκράτορα Μάρκου Αυρήλιου (121-180 μ.Χ.), διατηρήθηκε το σχέδιο των κλασικών χρόνων, με προέκταση κατά δύο περίπου μέτρα δυτικά. Στους ρωμαϊκούς χρόνους, επίσης, λαξεύτηκαν στον βράχο δύο κλίμακες που οδηγούσαν σε επιμήκη πλατεία, μήκους 70 μ. και πλάτους 11,45 μ. (Άνω Αυλή), η οποία διαμορφώθηκε με ισοπέδωση του βράχου κατά μήκος της δυτικής πλευράς. Σε όλες τις περιόδους της λειτουργίας του Τελεστηρίου, οι πιστοί συγκεντρώνονταν στην Ιερά Αυλή που εκτεινόταν στην ανατολική, τη βόρεια και τη νότια πλευρά του. Εκεί ήταν ανιδρυμένοι βωμοί και πολυάριθμα αναθήματα, και πραγματοποιούνταν οι ιερές τελετές.
12872